tôt - translation to
Diclib.com
Λεξικό ChatGPT
Εισάγετε μια λέξη ή φράση σε οποιαδήποτε γλώσσα 👆
Γλώσσα:

Μετάφραση και ανάλυση λέξεων από την τεχνητή νοημοσύνη ChatGPT

Σε αυτήν τη σελίδα μπορείτε να λάβετε μια λεπτομερή ανάλυση μιας λέξης ή μιας φράσης, η οποία δημιουργήθηκε χρησιμοποιώντας το ChatGPT, την καλύτερη τεχνολογία τεχνητής νοημοσύνης μέχρι σήμερα:

  • πώς χρησιμοποιείται η λέξη
  • συχνότητα χρήσης
  • χρησιμοποιείται πιο συχνά στον προφορικό ή γραπτό λόγο
  • επιλογές μετάφρασης λέξεων
  • παραδείγματα χρήσης (πολλές φράσεις με μετάφραση)
  • ετυμολογία

tôt - translation to

WIKIMEDIA DISAMBIGUATION PAGE
Tots; TOT; TOT (disambiguation); Tot (disambiguation); ToT

trébuchant      
tottering
chanceler      
totter, reel, stagger, falter
tôt      
early, soon, betimes

Ορισμός

Tot
·noun A foolish fellow.
II. Tot ·noun A drinking cup of small size, holding about half a pint.
III. Tot ·add. ·vt To mark with the word "tot"; as, a totted debt. ·see Tot, ·noun.
IV. Tot ·noun Anything small;
- frequently applied as a term of endearment to a little child.
V. Tot ·add. ·noun To Add; to Count; to make up the sum of; to Total;
- often with up.
VI. Tot ·add. ·noun Lit., so much;
- a term used in the English exchequer to indicate that a debt was good or collectible for the amount specified, and often written opposite the item.

Βικιπαίδεια

Tot

Tot, ToT or TOT may refer to:

Παραδείγματα από το σώμα κειμένου για tôt
1. L‘industrie automobile s‘en apercevra tôt ou tard.
2. Ce qui permet ŕ ceux qui ont commencé ŕ travailler tr';s tôt de partir plus tôt. – Et l‘initiative des syndicats pour la retraite flexible ŕ 62 ans?
3. Troisi';mement, il faudrait que l‘école obligatoire débute un ou deux ans plus tôt qu‘aujourd‘hui, ce qui signifie qu‘on entrerait sur le marché du travail plus tôt.
4. Richard Werly, Bruxelles Pas question de pavoiser trop tôt.
5. Tôt détecté, le cancer du sein a été résorbé efficacement.